inviting

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ɪnˈvaɪtɪŋ/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ɪnˈvaɪtɪŋ/ ,USA pronunciation: respelling(in vīting)

From the verb invite: (⇒ conjugate)
inviting is: Click the infinitive to see all available inflections
v pres p
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage
Σε αυτή τη σελίδα: inviting, invite

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
inviting adj (tempting)δελεαστικός, προκλητικός επίθ
 Dinner on the town and then a concert sounds very inviting.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
invite [sb] vtr (ask [sb] to party, house)προσκαλώ, καλώ ρ μ
  (καθομιλουμένη)φωνάζω ρ μ
 Aaron is having a party this weekend and has invited all his friends.
 Ο Ααρόν κάνει πάρτυ αυτό το σαββατοκύριακο και προσκάλεσε όλους τους φίλους του.
invite [sb] in vtr + adv (ask [sb] to enter)λέω σε κπ να περάσει μέσα, λέω σε κπ να περάσει περίφρ
  καλώ κπ να περάσει μέσα, καλώ κπ μέσα, προσκαλώ κπ να περάσει μέσα, προσκαλώ κπ μέσα περίφρ
 The neighbor came by and Kate invited her in.
 Πέρασε η γειτόνισσα και η Κέιτ της είπε να περάσει μέσα.
invite [sb] to do [sth] v expr (ask [sb] to do [sth](κπ να κάνει κτ)καλώ ρ μ
  (πιο επίσημο)προσκαλώ ρ μ
 The government invited Laura to work for the mayor.
 Η κυβέρνηση κάλεσε τη Λώρα να εργασθεί για τον δήμαρχο.
invite [sth] vtr (ask for [sth])καλώ κπ να υποβάλει κτ περίφρ
  (με γενική: κάποιου πράγματος)ζητώ την υποβολή, καλώ για την υποβολή ρ μ
  δέχομαι ρ μ
 The manager invited applications for the new position.
 Ο μάνατζερ ζήτησε την υποβολή αιτήσεων για τη νέα θέση.
invite [sth] vtr (provoke)προκαλώ ρ μ
  (καθομιλουμένη)φέρνω ρ μ
 The diplomat's clumsy negotiations invited disaster.
 Οι αδέξιοι χειρισμοί του διπλωμάτη έφεραν την καταστροφή.
invite n informal (invitation)πρόσκληση ουσ θηλ
  (συνήθως γάμος, βάφτιση)προσκλητήριο ουσ ουδ
 It's going to be a big party. I sent invites to everyone I know.
 Θα είναι μεγάλο πάρτυ. Έστειλα προσκλήσεις σε όλους τους γνωστούς μου.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'inviting' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση inviting στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «inviting».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!