indulgence

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ɪnˈdʌldʒəns/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ɪnˈdʌldʒəns/ ,USA pronunciation: respelling(in duljəns)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
indulgence n (gratification)ικανοποίηση, ευχαρίστηση ουσ θηλ
  (λόγιος)τέρψη ουσ θηλ
 There will be a price to pay for this constant indulgence of the senses.
 Κάποτε θα πληρώσουμε αυτή τη διαρκή ικανοποίηση των αισθήσεων.
indulgence n ([sth] luxurious or pleasurable)πολυτέλεια ουσ θηλ
  απόλαυση ουσ θηλ
 Chocolate cake is a special indulgence in our house.
 Το κέικ σοκολάτας είναι μια ιδιαίτερη πολυτέλεια στο σπίτι μας.
 Το κέικ σοκολάτας είναι μια ιδιαίτερη απόλαυση στο σπίτι μας.
indulgence n (tolerance, lenience)ανοχή, επιείκεια ουσ θηλ
 Try to show some indulgence if people can't keep up with you.
 Προσπάθησε να δείξεις λίγη επιείκεια (or: ανοχή) αν οι άνθρωποι δε μπορούν να σε παρακολουθήσουν.
indulgence n formal (permission)άδεια ουσ θηλ
 If I might beg your indulgence, there's a visitor for you.
 Με την άδειά σας, έχετε έναν επισκέπτη.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
self-indulgence n (excessive self-gratification)υπερκαλλωπισμός ουσ αρσ
  υπερβολική καλοπέραση επίθ + ουσ θηλ
  υπερκαταναλωτισμός ουσ αρσ
  φιληδονία, ηδονοθηρία ουσ θηλ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία. Αφορά το να καλομαθαίνω τον εαυτό μου, συχνά σε υπερβολικό βαθμό. παρατίθενται ορισμένες εναλλακτικές αποδόσεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά περίπτωση.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'indulgence' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση indulgence στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «indulgence».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!