harmful

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈhɑːrmfʊl/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈhɑrmfəl/ ,USA pronunciation: respelling(härmfəl)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
harmful adj (substance)βλαβερός επίθ
  (επίσημο)επιβλαβής, επιζήμιος επίθ
  που κάνει κακό περίφρ
 Cigarettes are full of harmful chemicals.
 Τα τσιγάρα είναι γεμάτα βλαβερά χημικά.
harmful adj (does harm)βλαβερός επίθ
  (επίσημο)επιβλαβής, επιζήμιος επίθ
  που κάνει κακό περίφρ
 Tim was involved in a lot of harmful behavior as a teenager.
 Ο Τιμ είχε πολλές επιβλαβείς συμπεριφορές ως έφηβος.
harmful adj (can harm)επιβλαβής, επιζήμιος επίθ
  (ενέχει κίνδυνο)επικίνδυνος επίθ
 Competing in a martial art can be harmful.
 Το να παίρνει κανείς μέρος σε αγώνες πολεμικών τεχνών μπορεί να είναι επικίνδυνο.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'harmful' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: harmful to [children, your eyes], is harmful to your [skin, teeth, health], is harmful to the progress of the [company, nation], περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση harmful στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «harmful».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!