fringed

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈfrɪndʒd/

From the verb fringe: (⇒ conjugate)
fringed is: Click the infinitive to see all available inflections
v past
v past p
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: fringed, fringe

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
fringed adj (edged with a fringe)με κρόσσια περίφρ
Σχόλιο: δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία, επιθετικός προσδιορισμός.
 The woman wore a fringed skirt and cowboy boots.
fringed by [sth] adj + prep (bordered, surrounded)περιστοιχισμένος από κτ επίθ + πρόθ
  που περιβάλλεται από κτ περίφρ
 The cabin was fringed by thick forest on all sides.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
fringe n UK (bangs: hair cut at front)αφέλειες ουσ θηλ πλ
  (συχνά ασσύμετρη)φράντζα ουσ θηλ
 Kate was tired of her hair always getting in her face, so she got a fringe when she got her hair cut.
 Η Κέιτ είχε βαρεθεί να πέφτουν τα μαλλιά της στο πρόσωπό της και έτσι τα έκοψε αφέλειες όταν πήγε για κούρεμα.
fringe n (fabric: tasseled edge) (συχνά πληθυντικός)κρόσι ουσ ουδ
 The cat kept playing with the fringe of the carpet and damaging it.
 Η γάτα έπαιζε συνεχώς με τα κρόσια του χαλιού και τα χάλασε.
fringe n figurative (outside border)στο άκρο περίφρ
  στο όριο περίφρ
  στο περίβλημα περίφρ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία και αποδίδεται περιφραστικά.
 It was November, and there was already a fringe of ice around the lake.
 Ήταν Νοέμβριος, αλλά στο άκρο της λίμνης είχε ήδη σχηματιστεί πάγος.
fringes npl figurative (outskirts or edge of area)όρια ουσ ουδ πλ
  παρυφές ουσ θηλ πλ
 Dan lived in a small house out on the fringes of town.
 Robert lived in a small village on the fringes of the territory.
 Ο Νταν ζούσε σε ένα μικρό σπίτι στα όρια της πόλης. // Ο Ρόμπερτ ζούσε σε ένα μικρό χωριό στα όρια της επικράτειας.
the fringes of [sth],
[sth]'s fringes
npl
figurative (edge, outside mainstream) (μεταφορικά)περιθώριο ουσ ουδ
 The fringes of popular culture are where the most interesting art is made.
 Τα πιο ενδιαφέροντα έργα τέχνης δημιουργούνται στο περιθώριο της ποπ κουλτούρας.
fringe n figurative (political margins) (μεταφορικά)περιθώριο ουσ ουδ
 The politician was out on the fringe for most of his career and didn't win many elections.
 Ο πολιτικός ήταν στο περιθώριο για το μεγαλύτερο διάστημα της καριέρας του και δεν κέρδισε πολλές εκλογές.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
fringe n as adj figurative (not mainstream)πειραματικός επίθ
 Alison performs in fringe theatre.
fringe n as adj figurative (political: marginal)περιθωριακός επίθ
  ακραίος επίθ
 Fringe groups gain power whenever there is an economic downturn.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
fringed | fringe
ΑγγλικάΕλληνικά
palm-fringed adj (lined with palm trees)με φοίνικες περίφρ
  γεμάτος φοίνικες περίφρ
  που έχει κατά μήκος του φοίνικες περίφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση fringed στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «fringed».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!