depletion

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/dɪˈpliːʃən/US:USA pronunciation: IPAUSA pronunciation: IPA/dɪˈpliʃən/

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
depletion n (running out) (δεν έμεινε τίποτα)εξάντληση ουσ θηλ
  (έμεινε λίγο)μείωση, ελάττωση ουσ θηλ
 The depletion of our supplies was worrying.
 Η μείωση των αποθεμάτων μας ήταν ανησυχητική.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'depletion' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: the depletion [rate, potential, allowance], [calculate, analyze, list] the depletion rates, the depletion of [supplies, provisions, resources, water, ammunition], περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση depletion στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «depletion».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!