• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
crust n (pie: outer part)ζύμη ουσ θηλ
 I like the filling in this pie, but the crust isn't very good.
 Μου αρέσει η γέμιση σε αυτήν την πίτα, αλλά η ζύμη δεν είναι πολύ καλή.
crust n (bread: outer part)κόρα ουσ θηλ
 This loaf has a wonderfully crisp crust.
 Αυτή η φρατζόλα έχει απίθανα τραγανή κόρα.
crust n (Earth's crust: outermost layer)φλοιός ουσ αρσ
 Scientists hope to predict earthquakes by measuring changes in the crust of the Earth.
 Οι επιστήμονες ελπίζουν να προβλέπουν σεισμούς μετρώντας τις αλλαγές στον φλοιό της Γης.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
crust n (hard covering)κρούστα ουσ θηλ
 A thin crust of ice formed on the fresh snow.
crust n slang, UK, AU, NZ (income) (μεταφορικά)ψωμί ουσ ουδ
  τα προς το ζειν φρ ως ουσ ουδ πλ
 When I asked Jake what he did for a crust, he said he sheared sheep.
 Όταν ρώτησα τον Τζέικ πώς βγάζει το ψωμί του, μου είπε ότι κουρεύει πρόβατα.
crust n informal, figurative (audacity, boldness)θράσος ουσ ουδ
 That shows real crust, grabbing the best for yourself and then calling other people "greedy."
crust vi (form hard covering) (στην επιφάνεια)σκληραίνω ρ αμ
  κάνω κρούστα περίφρ
 Rabbits can hop on top of the snow after it crusts.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
the earth's crust,
the Earth's crust
n
(outermost layer of our planet)ο φλοιός της γης φρ ως ουσ αρσ
  ο γήινος φλοιός φρ ως ουσ αρσ
lattice crust n (woven pastry design)πλεχτή κρούστα επίθ + ουσ θηλ
 The bright berry filling shows through the lattice crust.
pie crust,
piecrust
n
(pastry topping)γέμιση τάρτας φρ ως ουσ θηλ
  γέμισης πίτας φρ ως ουσ θηλ
pie crust,
piecrust
n
US (pastry lining)ζύμη, βάση ουσ θηλ
  φύλλο ουσ ουδ
  (κατά λέξη)ζύμη για τάρτα, βάση για τάρτα φρ ως ουσ θηλ
  φύλλο για πίτα φρ ως ουσ θηλ
 I have trouble making pie crust from scratch, so I usually buy ready-made pastry.
pizza crust n (crisp pastry at edge of a pizza)ζύμη πίτσας φρ ως ουσ θηλ
shortcrust,
shortcrust pastry,
short crust
n
UK (light crumbly pastry)τριφτή ζύμη
  ζύμη σαμπλέ
the upper crust n informal, figurative (wealthy people)οι πλούσιοι περίφρ
  (καθομιλουμένη)οι φραγκάτοι περίφρ
Σχόλιο: A hyphen is used when the term modifies a noun
 Only children from the upper crust go to that school.
upper-crust n as adj informal, figurative (people: wealthy)πλούσιος επίθ
  (καθομιλουμένη)φραγκάτος επίθ
 They're all upper-crust snobs in that part of town.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση crusts στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «crusts».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!