companionable

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/kəmˈpænjənəbəl/

US:USA pronunciation: IPAUSA pronunciation: IPA/kəmˈpænjənəbəl/

US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(kəm panyə nə bəl)


  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
companionable adj (friendly, providing good company)φιλικός, ευχάριστος, κοινωνικός επίθ
  ευχάριστος στην παρέα περίφρ
  (λόγιο)ευπροσήγορος επίθ
  (καθομιλουμένη)κάνει καλή παρέα έκφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση companionable στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «companionable».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!