bludgeon

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈblʌdʒən/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈblʌdʒən/ ,USA pronunciation: respelling(blujən)

  • WordReference
  • Definition
Σε αυτή τη σελίδα: bludgeon, bludge

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
bludgeon n (weapon: club, cudgel)ρόπαλο ουσ ουδ
  (αστυνομία)γκλομπ ουσ ουδ άκλ
 The tribe attacked the village armed with bludgeons.
bludgeon [sb/sth] vtr (beat with a weapon)χτυπάω, χτυπώ ρ μ
Σχόλιο: Μπορεί να αναφέρεται και σε άλλο βαρύ αντικείμενο, οπότε η μετάφραση τροποποιείται κατά περίπτωση.
 The victim was bludgeoned with a heavy object.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
bludge [sth] vtr informal, AU (beg, borrow) (ανεπίσημο)κάνω τράκα έκφρ
  (ανεπίσημο, μεταφορικά)κλέβω ρ μ
  παίρνω, δανείζομαι ρ μ
 Mind if I bludge a smoke?
bludge [sth] off [sb] vtr + prep informal, AU (beg, scrounge) (ανεπίσημο)κάνω τράκα κτ από κπ έκφρ
  (ανεπίσημο, μεταφορικά)κλέβω κτ από κπ ρ μ + πρόθ
  παίρνω κτ από κπ, δανείζομαι κτ από κπ ρ μ + πρόθ
 Gary is always bludging cigarettes off me.
bludge vi informal, AU (avoid work)χασομεράω, χασομερώ, χαζολογάω, χαζολογώ ρ αμ
  (ανεπίσημο, άκομψο)κωλοβαράω ρ αμ
  (αργκό, χυδαίο)τα ξύνω, τον παίζω έκφρ
 Jim's always bludging while the rest of us are working hard.
bludge on [sb] vi + prep informal, AU (live at [sb] else's expense)ζω σε βάρος κάποιου περίφρ
  επιβαρύνω ρ μ
  (μεταφορικά, ανεπίσημο)με ταΐζει κάποιος έκφρ
  φορτώνομαι σε κπ, γίνομαι φόρτωμα σε κπ έκφρ
 When are you going to get a job and stop bludging on your parents?
bludge n informal, AU (easy job) (μεταφορικά, καθομ)παιχνιδάκι ουσ ουδ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση bludgeon στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «bludgeon».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!