badger

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈbædʒər/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈbædʒɚ/ ,USA pronunciation: respelling(bajər)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
badger n (burrowing animal)ασβός ουσ αρσ
 Badgers are native to this area.
 Οι ασβοί είναι γηγενή είδη σε αυτήν τη περιοχή.
badger [sb] vtr (pester)πιέζω ρ μ
  (καθομ, μτφ)πρήζω ρ μ
  (καθομ, μτφ)κολλάω σε κπ ρ αμ + πρόθ
 Jane keeps badgering me about going camping with her.
 Η Τζέιν συνεχώς με πιέζει να πάω κάμπινγκ μαζί της.
badger [sb] into doing [sth],
badger [sb] to do [sth]
v expr
(pester to do [sth])πιέζω κπ να κάνει κτ περίφρ
  (καθομ, μτφ)πρήζω κπ να κάνει κτ περίφρ
  (καθομ, μτφ)κολλάω σε κπ για να κάνει κτ περίφρ
 My children badgered me into taking them to the playground.
 Τα παιδιά μου με πίεζαν να τα πάω στην παιδική χαρά.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
ratel,
honey badger
n
(mammal of Africa and Asia)μελοασβός ουσ αρσ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'badger' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: burrow like a badger, burrowed into the ground like a badger, was [attacked, bitten] by a badger, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση badger στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «badger».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!