Ο όρος 'analyse' παραπέμπει στον όρο 'analyze'. Θα τον βρείτε σε μία ή περισσότερες από τις παρακάτω γραμμές.'analyse' is cross-referenced with 'analyze'. It is in one or more of the lines below.
WordReference English-Greek Dictionary © 2025:
Κύριες μεταφράσεις |
analyze [sth] (US), analyse [sth] (UK)⇒ vtr | (study closely) | εξετάζω ρ μ |
| (μελετώ προσεκτικά) | αναλύω ρ μ |
| The students have to analyse a passage from Shakespeare for their exam. |
| Οι μαθητές πρέπει να αναλύσουν ένα απόσπασμα από τον Σαίξπηρ για τις εξετάσεις τους. |
analyze [sth] (US), analyse [sth] (UK) vtr | (investigate) | ερευνώ, διερευνώ, εξετάζω ρ μ |
| (εξετάζω προσεκτικά) | αναλύω ρ μ |
| Investigators tried to analyze the cause of the accident. |
| Οι αστυνομικοί ερευνητές προσπάθησαν να διερευνήσουν την αιτία του ατυχήματος. |
analyze [sb] (US), analyse [sb] (UK)⇒ vtr | informal, abbreviation (psychoanalyze) | ψυχαναλύω ρ μ |
| (σε κάποιον) | κάνω ψυχανάλυση περίφρ |
| The therapist analyzed her patient. |
| Η θεραπεύτρια έκανε ψυχανάλυση στον ασθενή της. |