Ο όρος 'use up' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
burn off
- consume
- deplete
- exhaust
- exhaustible
- finish
- go through
- gobble up
- guzzle
- run out
use up
ορισμός |
στα ισπανικά |
στα γαλλικά |
συνώνυμα στα αγγλικά |
αγγλικές συμφράσεις |
Conjugator [EN] |
σε χρήση |
εικόνες
|
|