tentative

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈtɛntətɪv/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈtɛntətɪv/ ,USA pronunciation: respelling(tentə tiv)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
tentative adj (not committed)αβέβαιος επίθ
  διστακτικός επίθ
Σχόλιο: Συχνά στην απόδοση προτιμάται το αντίστοιχο επίρρημα, π.χ. «Ο άντρας έβαλε διστακτικά το πόδι του στο νερό για να τεστάρει τη θερμοκρασία.»
 The man dipped a tentative foot into the water to test the temperature.
tentative adj (not fixed or firm)προσωρινός επίθ
  (ιδέα, σκέψη)προκαταρκτικός, αρχικός επίθ
  (μεταφορικά)πρώτος επίθ
  (πληροφορία)ανεπιβεβαίωτος επίθ
 Sarah has a tentative idea for a novel; she just needs to work out the details.
 Η Σάρα έχει μια πρώτη ιδέα για ένα μυθιστόρημα· απλά πρέπει να δουλέψει τις λεπτομέρειες.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'tentative' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: a tentative [agreement, decision, understanding, judgment, conclusion], set a tentative [date, time] (for), the [date] is still tentative, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση tentative στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «tentative».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!