suppliant

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈsʌplɪənt/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈsʌpliənt/ ,USA pronunciation: respelling(suplē ənt)

  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
suppliant n (supplicant)ικέτης, ικέτιδα ουσ αρσ, ουσ θηλ
  αυτός που ικετεύει περίφρ
suppliant adj (pleading)ικετευτικός επίθ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση suppliant στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «suppliant».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!