suffuse

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/səˈfjuːz/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/səˈfjuz/ ,USA pronunciation: respelling(sə fyo̅o̅z)

Inflections of 'suffuse' (v): (⇒ conjugate)
suffuses
v 3rd person singular
suffusing
v pres p
suffused
v past
suffused
v past p
  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
suffuse [sth] vtr (cover, spread through)διαχέομαι σε κτ ρ αμ + πρόθ
  απλώνομαι σε κτ, εξαπλώνομαι σε κτ ρ αμ + πρόθ
  (ιδιότητα)προσδίδω κτ σε κτ ρ μ + πρόθ
 The liqueur was suffused with cinnamon, nutmeg, lemon peel, and cloves.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'suffuse' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση suffuse στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «suffuse».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!