spying

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈspaɪɪŋ/

From the verb spy: (⇒ conjugate)
spying is: Click the infinitive to see all available inflections
v pres p
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: spying, spy

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
spying n (secret surveillance)κατασκοπεία ουσ θηλ
  παρακολούθηση, κατασκόπευση ουσ θηλ
 A tourist who took a photo of a military plane at the airport has been accused of spying.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
spy n (secret government agent)κατάσκοπος ουσ αρσ, ουσ θηλ
 He was arrested by local authorities and accused of being a spy.
 Συνελλήφθηκε από τις αρχές της περιοχής και κατηγορήθηκε ότι ήταν κατάσκοπος.
spy vi (carry out espionage) (ιδιότητα)είμαι κατάσκοπος ρ έκφρ
  (διαδικασία)κατασκοπεύω ρ μ
 During the war she spied for the French Resistance.
 Κατά τη διάρκεια του πολέμου ήταν κατάσκοπος για τη Γαλλική Αντίσταση.
spy [sth] vtr literary (notice, catch sight of) (μεταφορικά)παίρνει το μάτι μου έκφρ
  εντοπίζω ρ μ
 I spied a new restaurant as we were coming home last night.
 Εντόπισα ένα νέο εστιατόριο καθώς γυρίζαμε σπίτι χτες βράδυ.
spy on [sb/sth] vi + prep (observe secretly)κατασκοπεύω ρ μ
 The nosy neighbor loved to spy on the couple next door.
spy on [sb/sth] vi + prep (carry out espionage on)κατασκοπεύω ρ μ
 Mata Hari was tried and executed for spying on the French.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
spy | spying
ΑγγλικάΕλληνικά
spy [sth] out,
spy out [sth]
vtr phrasal sep
(find, spot)ανακαλύπτω ρ μ
  εντοπίζω ρ μ
spy [sth] out,
spy out [sth]
vtr phrasal sep
(examine, scope)εξετάζω ρ μ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
spy | spying
ΑγγλικάΕλληνικά
I-spy n (children's game) (παιχνίδι)μάντεψε τι περίφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'spying' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση spying στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «spying».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!