recent

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈriːsənt/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈrisənt/ ,USA pronunciation: respelling(rēsənt)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
recent adj (not long past)πρόσφατος επίθ
  (καθομιλουμένη, μτφ)τελευταίος επίθ
 His recent trip to Singapore was a success.
 Το πρόσφατο ταξίδι του στη Σιγκαπούρη ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένο.
 Το τελευταίο του ταξίδι στη Σιγκαπούρη ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένο.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
recent adj (lately happening)τελευταίος, πρόσφατος επίθ
  (μεταφορικά)φρέσκος επίθ
 The most recent news is that they have split up again.
 Τα τελευταία νέα είναι πως χώρισαν πάλι.
 Τα πιο φρέσκα νέα είναι πως χώρισαν πάλι.
recent adj (new)νέος, καινούριος, πρόσφατος επίθ
  (συνήθεια, χόμπυ κλπ)νεοαποκτηθείς μτχ ενεστ
 Evelyn has a recent appreciation for Indian cuisine.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
most recent adj (latest)πιο πρόσφατος επίθ
 The most recent edition of this dictionary contains hundreds of new words.
recent past,
the recent past
n
(a time not long ago)το πρόσφατο παρελθόν φρ ως ουσ ουδ
recent vintage n (wine produced in a recent year)πρόσφατη εσοδεία φρ ως ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'recent' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: a recent [development, discovery, addition, study], recent [developments] in, the most recent [additions, update], περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση recent στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «recent».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!