ream

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈriːm/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/rim/ ,USA pronunciation: respelling(rēm)

  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
ream n (paper quantity: 500 sheets)δεσμίδα 500 φύλλων χαρτιού
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος.
 Please order five reams of paper and an ink cartridge.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
reams,
reams of [sth]
npl
figurative (large amount: of [sth](μτφ, καθομ: πολλά)σωρός ουσ αρσ
 The writer produced reams of beautiful poetry.
 Ο ποιητής έγραψε ένα σωρό όμορφα ποιήματα.
ream [sth] vtr (enlarge a hole)μεγαλώνω ρ μ
  διευρύνω ρ μ
  ανοίγω κτ περισσότερο ρ μ + επίρ
 Clara had to ream the small hole in the bottle so that the liquid could be squeezed out.
ream [sth] vtr US (clear out)καθαρίζω ρ μ
ream [sb] vtr vulgar, informal (have anal sex with) (χυδαίο)παίρνω κπ από τον κώλο έκφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
ΑγγλικάΕλληνικά
ream [sb] out,
ream out [sb]
vtr phrasal sep
informal, US (rebuke)μαλώνω ρ μ
  (αργκό)τη λέω σε κπ έκφρ
 The mother reamed her boy out for breaking the window.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση ream στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «ream».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!