• WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
push-up (US),
press-up (UK)
n
usually plural (arm exercise) (συνήθως πληθυντικός)πουσάπ ουσ ουδ ακλ
  κάμψη ουσ θηλ
 The fitness instructor asked the class to do 20 push-ups.
push-up adj (underwear: lifts)για ανόρθωση περίφρ
  (καθομιλουμένη)pushup επίθ άκλ
 My butt looks great in these push-up briefs.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
push-up bra n (woman's undergarment)σουτιέν pushup φρ ως ουσ ουδ
  σουτιέν για ανόρθωση φρ ως ουσ ουδ
  (επίσημο)στηθόδεσμος ανόρθωσης φρ ως ουσ αρσ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'push-up' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση push-up στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «push-up».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!