poster

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈpəʊstər/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈpoʊstɚ/ ,USA pronunciation: respelling(pōstər)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
poster n (bill: on external wall) (συνήθως καλλιτεχνική)αφίσα ουσ θηλ
  (επίσημο)ανάρτηση ουσ θηλ
 There's a poster on the village noticeboard advertising a concert in the community centre on Friday night.
 Υπάρχει μια αφίσα στον πίνακα ανακοινώσεων του χωριού που διαφημίζει μια συναυλία στο πολιτιστικό κέντρο την Παρασκευή το βράδυ.
poster n (large picture on wall of a room)αφίσα ουσ θηλ
  πόστερ ουσ ουδ άκλ
 Teenagers often have a lot of posters on their bedroom walls.
 Οι έφηβοι έχουν συχνά πολλές αφίσες στους τοίχους του υπνοδωματίου τους.
poster n (person in internet forum)συμμετέχων μτχ ενεστ
  (πιο απλά)χρήστης, χρήστρια ουσ αρσ, ουσ θηλ
  (πιο απλά)μέλος ουσ ουδ
  (κατά λέξη)αυτός που γράφει, αυτός που ποστάρει
 We ask all posters to respect the forum rules.
 Ζητάμε από όλους τους συμμετέχοντες να σέβονται τους κανόνες του φόρουμ.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
bill sticker,
bill poster
n
([sb] who puts up notices on billboards)αφισοκολλητής ουσ αρσ
four-poster n (canopied bed with four posts)κρεβάτι με ουρανό περίφρ
four-poster bed n (bed: post at each corner)κρεβάτι με ουρανό φρ ως ουσ ουδ
 My grandparents have a four-poster bed.
poster board,
posterboard
n
(cardboard or foamboard panel)πίνακας ουσ αρσ
  (κατά λέξη)πίνακας για αφίσες περίφρ
poster child n figurative ([sb] who represents [sth])πρότυπο, υπόδειγμα ουσ ουδ
 That rock star is the poster child for a disillusioned generation.
poster child n (child on poster of organization)το παιδί της αφίσας περίφρ
poster paint,
poster color (US),
poster colour (UK)
n
(brightly colored paint)μπογιά ζωγραφικής φρ ως ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'poster' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: is the poster child of the [company, program], poster art, the poster size, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση poster στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «poster».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!