• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
off and on,
on and off
adv
informal (intermittently)με διαλείμματα περίφρ
  περιστασιακά επίρ
  (για σχέση)πότε τα φτιάχνω πότε τα χαλάω περίφρ
 We dated off and on for several years before we finally broke up.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
on and off adv (intermittently)περιστασιακά ρ αμ
  πότε κάνω κάτι και πότε όχι περίφρ
 Jan has been going to the gym on and off for the past six months.
 Ο Γιαν πηγαίνει περιστασιακά στο γυμναστήριο τους τελευταίους έξι μήνες.
on and off adv (switch) (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.)-
 The computer screen keeps flickering on and off.
 Η οθόνη του υπολογιστή αναβοσβήνει συνέχεια.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'off and on' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση off and on στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «off and on».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!