WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
be nothing to do with [sb],
have nothing to do with [sth]
v expr
(not concern [sb])δεν αφορώ κπ περίφρ
  δεν είναι δουλειά κπ περίφρ
  δεν έχω να κάνω με κπ/κτ περίφρ
 Stop listening in to our conversation; this is nothing to do with you.
 Σταμάτα να παρακολουθείς κρυφά τη συζήτησή μας! Δεν σε αφορά!
be nothing to do with [sth/sb],
have nothing to do with [sth/sb]
v expr
(be unrelated)δεν έχω καμία σχέση με κτ/κπ περίφρ
 You would think that volcanoes have nothing to do with the weather, but they do.
 My bad mood today has nothing to do with the weather.
have nothing to do with [sth] v expr (not get involved)δεν έχω καμία σχέση με κτ περίφρ
  δεν έχω καμία συμμετοχή σε κτ περίφρ
 I'll have nothing to do with your plan to steal gold from Fort Knox.
have nothing to do with [sb] v expr (not associate with)δεν έχω καμία σχέση με κτ/κπ περίφρ
  (επικοινωνία)δεν έχω καμία επαφή με κπ περίφρ
 I've had nothing to do with my ex-husband since our divorce.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'nothing to do with' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση nothing to do with στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «nothing to do with».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!