mode

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈməʊd/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/moʊd/ ,USA pronunciation: respelling(mōd)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
mode n (manner)τρόπος ουσ αρσ
 Bob was mocked for his mode of speech.
 Τον Μπομπ τον κορόιδευαν για τον τρόπο ομιλίας του.
mode n (on device: status)κατάσταση ουσ θηλ
  λειτουργία ουσ θηλ
  κατάσταση λειτουργίας φρ ως ουσ θηλ
 The phone was switched to airplane mode.
 Το τηλέφωνο μπήκε σε λειτουργία πτήσης.
mode n (statistics: most frequent value)επικρατούσα τιμή μτχ ενεστ + ουσ θηλ
 The researcher calculated the mean and mode of the data.
 Ο ερευνητής υπολόγισε τη μέση και την επικρατούσα τιμή των δεδομένων.
mode n (music: scale)τρόπος ουσ αρσ
  δρόμος ουσ αρσ
  κλίμακα ουσ θηλ
 The music student had to write a piece demonstrating the Dorian mode.
 Ο φοιτητής της μουσικής έπρεπε να γράψει ένα κομμάτι που να αναδεικνύει τη δωρική κλίμακα.
mode n (music: major or minor)τρόπος ουσ αρσ
  δρόμος ουσ αρσ
  κλίμακα ουσ θηλ
 The piece transitions to minor mode in the third movement.
 Το κομμάτι μεταφέρεται σε μικρότερη κλίμακα στην τρίτη κίνηση.
mode n (style)μόδα ουσ θηλ
 Rachel's wardrobe was always in mode.
 Η γκαρνταρόμπα της Ρέιτσελ ήταν πάντα στη μόδα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
a la mode,
à la mode
adj
Gallicism (fashionable, in fashion)μοδάτος, μοντέρνος επίθ
  της μόδας έκφρ
 Animal print is very a la mode right now.
a la mode,
à la mode,
alamode
adj
US, Gallicism (with ice cream)με παγωτό επίθ
 I ordered a piece of pie a la mode.
 Παρήγγειλα ένα κομμάτι πίτας με παγωτό.
mode of operation n (criminal: modus operandi)τρόπος δράσης φρ ως ουσ αρσ
 By analyzing the mode of operation, the police could tell that the same criminal was responsible for both crimes.
mode of operation n (method, procedures)μέθοδος, διαδικασία ουσ θηλ
mode of production n (socio-economics: how goods are output)μέθοδος παραγωγής περίφρ
  τρόπος παραγωγής περίφρ
mode of transport n (means of travel)μέθοδος μεταφοράς, τρόπος μεταφοράς περίφρ
sleep mode n (computer setting: dormant)λειτουργία αναμονής φρ ως ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'mode' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: [airplane, silent, night] mode, the cellphone's [airplane] mode, turn your phone to [airplane] mode, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση mode στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «mode».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!