look down on



  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
look down on [sb/sth],
look down upon [sb/sth]
v expr
(observe from high up) (κυριολεκτικά)κοιτάζω από ψηλά έκφρ
 From the top of the tower you can look down upon the whole city.
 Από την κορυφή του πύργου μπορείς να κοιτάξεις από ψηλά όλη την πόλη.
look down on [sb],
look down upon [sb]
vtr phrasal insep
figurative (feel superior to)περιφρονώ ρ μ
  υποτιμώ ρ μ
  (μεταφορικά)κοιτάζω αφ' υψηλού έκφρ
 It is wrong to look down on people less fortunate than yourself.
 Είναι λάθος να κοιτάς αφ' υψηλού ανθρώπους λιγότερο τυχερούς από εσένα.
look down on [sth],
look down upon [sth]
vtr phrasal insep
figurative (consider inferior)περιφρονώ ρ μ
  (μεταφορικά)κοιτάζω αφ' υψηλού έκφ
  δεν θεωρώ κτ αντάξιό μου έκφ
 These were rich girls who looked down on cheap clothes.
 Ήταν πλουσιοκόριτσα τα οποία περιφρονούσαν τα φτηνά ρούχα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'look down on' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση look down on στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «look down on».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!