fundraiser

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈfʌndreɪzər/

  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
fundraiser n (charity worker)μη διαθέσιμη μετάφραση
Σχόλιο: Δεν υπάρχει μονολεκτικός όρος. Θα πρέπει να εκφραστεί περιφραστικά.
fundraiser,
fund-raiser
n
(charity event) (συγκέντρωση χρημάτων)έρανος ουσ αρσ
  (εκδήλωση)φιλανθρωπική εκδήλωση επίθ + ουσ θηλ
 We went to a fundraiser last night for cancer research.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'fundraiser' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση fundraiser στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «fundraiser».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!