Ο όρος 'first-name' παραπέμπει στον όρο 'first name'. Θα τον βρείτε σε μία ή περισσότερες από τις παρακάτω γραμμές.'first-name' is cross-referenced with 'first name'. It is in one or more of the lines below.
WordReference English-Greek Dictionary © 2025:
| Κύριες μεταφράσεις |
| first name n | (given or Christian name) | μικρό όνομα επίθ + ουσ ουδ |
| | | όνομα ουσ ουδ |
| | (καθομιλουμένη) | μικρό επίθ ως ουσ ουδ |
| | (καθομιλουμένη: στον Χριστιανισμό) | βαφτιστικό επίθ ως ουσ ουδ |
| | In the US "Michael" is a popular first name for boys. |
| | Most forms ask you to complete your surname followed by your first name. |
| | Οι περισσότερες αιτήσεις ζητάνε να συμπληρώσεις το επίθετό σου κι ακολούθως το μικρό σου όνομα. |
| | Το «Μάικλ» είναι ένα δημοφιλές αγορίστικο όνομα στις Η.Π.Α. |
| Επιπλέον μεταφράσεις |
| first-name [sb]⇒ vtr | (call by given name) | αποκαλώ κπ με το μικρό του περίφρ |
| | In Danish schools, it is common for children to first-name their teachers. |