expletive

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ɪkˈspliːtɪv/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈɛksplɪtɪv/ ,USA pronunciation: respelling(ekspli tiv)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
expletive n (swear word, curse word)εξύβριση, προσβολή ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη)βρισιά ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη)βρίσιμο, βρισίδι ουσ ουδ
 Tyler's mother hates it when he uses expletives.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'expletive' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση expletive στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «expletive».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!