WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
dive into [sth] vi + prep (plunge into: water)βουτάω σε κτ, βουτώ σε κτ ρ αμ + πρόθ
  κάνω βουτιά σε κτ έκφρ
 Diving into unknown waters is hazardous - you don't know how deep the water is or how strong the current.
dive into [sth] vtr phrasal insep figurative (undertake enthusiastically)καταπιάνομαι με κτ ρ αμ + πρόθ
  (μεταφορικά)πέφτω με τα μούτρα σε κτ έκφρ
 I couldn't wait to dive into my favorite author's latest book.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'dive into' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση dive into στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «dive into».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!