Σε αυτή τη σελίδα: dissected, dissect

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
dissected adj (biology: cut apart)διαχωρισμένος μτχ πρκ
  κομμένος μτχ πρκ
  τετμημένος μτχ πρκ
dissected adj (biology: having sections)με τομές περίφρ
  διαχωρισμένος μτχ πρκ
  κομμένος μτχ πρκ
  τετμημένος μτχ πρκ
dissected adj (geology: separated by crevices)τετμημένος μτχ πρκ
dissected adj figurative (idea: well analyzed)που την έχουν εξετάσει διεξοδικά περίφρ
  που αποτελεί προϊόν σκέψης περίφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
dissect [sth] vtr (biology: cut apart)κάνω ανατομή σε κτ περίφρ
 We dissected a frog in biology class today.
dissect [sth] vtr figurative (idea: analyze)αναλύω, εξετάζω ρ μ
 If you dissect his argument, you'll find some pieces missing.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση dissected στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «dissected».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!