• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: dampened, dampen

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
dampened adj (slightly wet)νωπός επίθ
 Brushing watercolour paint onto dampened paper creates a beautiful soft effect.
dampened adj (mood, spirits: made less excited)χαλασμένος επίθ
  (μεταφορικά)πεσμένος επίθ
 The sisters' argument left the party guests in dampened mood.
dampened adj (trend: reduced)μετριασμένος επίθ
  που μειώνεται, που πέφτει περίφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
dampen [sth] vtr (make slightly wet)υγραίνω, βρέχω ρ μ
  νοτίζω ρ μ
 If you dampen the sponge slightly, it makes it easier to wipe off the counters.
 Αν βρέξεις ελαφρώς το σφουγγάρι, θα είναι πιο εύκολο να σκουπίσεις τους πάγκους.
dampen [sth] vtr figurative (enthusiasm, spirits: lessen) (ηθικό, κέφι, διάθεση)χαλάω, ρίχνω ρ μ
  (συναίσθημα, πχ ενθουσιασμός)μειώνω ρ μ
  (καθομιλουμένη: κάποιον)ξενερώνω, χαλάω, ρίχνω ρ μ
 Not even this bad weather can dampen my enthusiasm for running.
 Ούτε καν αυτή η κακοκαιρία μπορεί να μειώσει τον ενθουσιασμό μου για το τρέξιμο.
dampen [sth] vtr colloquial (damp: soften instrument sound)απαλύνω ρ μ
  κάνω κτ πιο σιγανό έκφρ
 The bass player put his palm on the strings to dampen the note.
dampen [sth] vtr figurative (impact: make less intense)μειώνω ρ μ
  μετριάζω ρ μ
 It is hoped that the vaccination rollout will dampen the impact of the disease.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'dampened' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση dampened στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «dampened».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!