clue

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈkluː/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/klu/ ,USA pronunciation: respelling(klo̅o̅)

Inflections of 'clue' (v): (⇒ conjugate)
clues
v 3rd person singular
cluing
v pres p
clued
v past
clued
v past p
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
clue n (hint, evidence) (υπαινιγμός, απόδειξη)στοιχείο ουσ ουδ
  ένδειξη ουσ θηλ
 The investigator looked for clues.
 Ο ντέντεκτιβ έψαξε για στοιχεία.
clue n (any idea)ιδέα ουσ θηλ
 I don't have a clue what he means.
 Δεν έχω ιδέα τι εννοεί.
clue n (to solve puzzle)στοιχείο ουσ ουδ
  (σταυρόλεξο)ορισμός ουσ αρσ
 The puzzle clues are difficult.
 Τα στοιχεία του γρίφου είναι δύσκολα.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Πολλούς από τους ορισμούς σε αυτό το σταυρόλεξο δεν τους έχω ξαναδεί..
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
ΑγγλικάΕλληνικά
clue [sb] in,
also UK: clue [sb] up
vtr phrasal sep
informal (inform) (κάτι σε κάποιον)λέω περίφρ
  (κάποιον για κάτι)ενημερώνω ρ μ
  κατατοπίζω ρ μ
 Eleanor had no idea why everyone in the office was cheering, so she asked Jane to clue her in.
clue [sb] in on [sth],
also UK: clue [sb] up on [sth]
vtr phrasal sep
informal (inform) (κάτι σε κάποιον)λέω ρ μ
  (κάποιον για κάτι)ενημερώνω ρ μ
  κατατοπίζω
 Can you clue me in on what's going on?
 Μπορείς να μου πεις τι συμβαίνει;
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
give me a hint,
give me a clue
interj
(provide a clue to help me guess)δώσε μου ένα στοιχείο έκφρ
 Who's your mystery boyfriend? Go on, give me a hint ...
without a clue adv (not knowing)χωρίς να έχω ιδέα, χωρίς να έχω την παραμικρή ιδέα φρ ως επίρ
 I went into the meeting without a clue about why they wanted to see me.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'clue' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: a [hidden, secret, false, misleading] clue, an [important, essential] clue (to), a [vital, possible] clue (as) to, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση clue στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «clue».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!