campaigner

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˌkæmˈpeɪnər/

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
campaigner n ([sb] working for a cause)αυτός που συμμετέχει σε εκστρατεία περίφρ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής μετάφραση.
 The campaigners gathered to celebrate the legislation they had helped to pass.
campaigner n (political candidate)αυτός που συμμετέχει σε εκστρατεία περίφρ
  (μεταφορικά)υποψήφιος ουσ αρσ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής μετάφραση.
 The campaigner shook numerous hands while her staff hovered nearby.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'campaigner' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση campaigner στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «campaigner».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!