WordReference English-Greek Dictionary © 2025:
Κύριες μεταφράσεις |
box office n | (theatre, cinema: ticket booth) | ταμείο ουσ ουδ |
| The box office was closed so tomorrow I'll get the tickets for you. |
| Το ταμείο είχε κλείσει, γι' αυτό θα σου πάρω αύριο τα εισιτήρια. |
box office n | figurative (theatre, cinema: attendance) (καθομιλουμένη) | box office ουσ ουδ πλ |
Σχόλιο: Η πρόταση μπορεί να αποδοθεί και ως «Η ταινία έκανε τεράστια εμπορική επιτυχία». |
| The film was a massive success at the box office. |
| ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Ο Τιτανικός είναι μια από τις ταινίες που έσπασε τα box office. |
box office, box-office n as adj | figurative (relating to ticket sales) | στα ταμεία των κινηματογράφων περίφρ |
| | στα ταμεία περίφρ |
| (καθομιλουμένη) | στα box office περίφρ |
| The movie was the biggest box-office success of the year. |
WordReference English-Greek Dictionary © 2025: