blurry

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈblɜːri/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈblɜri/ ,USA pronunciation: respelling(blûrē)

Inflections of 'blurry' (adj):
blurrier
adj comparative
blurriest
adj superlative
  • WordReference
  • Definition
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
blurry adj (vision: unclear)θολός, θαμπός επίθ
 My vision was blurry when I woke up but it's better now.
 Είχα θολή (or: θαμπή) όραση όταν ξύπνησα, αλλά είναι καλύτερη τώρα.
blurry adj (photo, object: indistinct)θολός, θαμπός επίθ
 These photos are too blurry to use in the magazine.
 Αυτές οι φωτογραφίες είναι υπερβολικά θολές (or: θαμπές) για να χρησιμοποιηθούν στο περιοδικό.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'blurry' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: may cause blurry vision, blurry and [unfocused, indistinct, distorted], the [photo, image] is blurry, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση blurry στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «blurry».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!