belie

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/bɪˈlaɪ/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/bɪˈlaɪ/ ,USA pronunciation: respelling(bi lī)

Inflections of 'belie' (v): (⇒ conjugate)
belies
v 3rd person singular
belying
v pres p
belied
v past
belied
v past p
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
belie [sth] vtr (give a false impression of)δεν συμβαδίζω με κτ έκφρ
  έρχομαι σε αντίθεση με κτ έκφρ
  δημιουργώ ψευδή εντύπωση έκφρ
 Clive's youthful looks belie his years of experience as a teacher.
 Η νεανική εμφάνιση του Κλάιβ δεν συμβαδίζει με τα χρόνια της εμπειρίας του ως καθηγητή.
 Η νεανική εμφάνιση του Κλάιβ έρχεται σε αντίθεση με τα χρόνια της εμπειρίας του ως καθηγητή.
 Η νεανική εμφάνιση του Κλάιβ δημιουργεί την ψευδή εντύπωση ότι δεν έχει πολλά χρόνια εμπειρίας ως καθηγητής.
belie [sth] vtr (contradict)έρχομαι σε αντίθεση με κτ ρ έκφρ
  διαψεύδω ρ μ
 Ron's calm facial expression belies his jittery hands.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση belie στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «belie».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!