Σε αυτή τη σελίδα: arousing, arouse

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
arousing adj (causing sexual excitement)ερεθιστικός επίθ
 Neil finds it arousing when his wife wears stockings and a garter belt.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
arouse [sb] vtr (sexually)ερεθίζω, διεγείρω ρ μ
  (καθομιλουμένη, μτφ)φτιάχνω ρ μ
  κάνω κπ να φτιαχτεί έκφρ
  (αργκό, χυδαίο: σε κπ)την σηκώνω έκφρ
 The sexy scene in the movie aroused Rachel.
 Η ερωτική σκηνή στην ταινία ερέθισε τη Ρέιτσελ.
arouse [sth] vtr (senses, emotions)διεγείρω ρ μ
  εξάπτω, ερεθίζω ρ μ
  (συγκεκριμένο συναίσθημα κλπ)προκαλώ ρ μ
  (ενδιαφέρον, περιέργεια)κινώ, κεντρίζω ρ μ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει μία απόδοση που να ταιριάζει σε κάθε περίπτωση.
 The touching scene in the movie aroused Dave's emotions, and tears came to his eyes.
 Η συγκινητική σκηνή στην ταινία διέγειρε τα συναισθήματα του Ντέιβ και δάκρυα κύλησαν από τα μάτια του.
arouse [sb] vtr (wake up)ξυπνάω, ξυπνώ ρ μ
  (επίσημο)αφυπνίζω ρ μ
 Caroline aroused the children before dawn to milk the cows.
 Η Κάρολαϊν ξύπνησε τα παιδιά πριν την ανατολή για να αρμέξουν τις αγελάδες.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
arouse | arousing
ΑγγλικάΕλληνικά
arouse suspicion vtr + n (make others suspect [sth])προκαλώ υποψίες ρ εκφρ
 If you don't want to arouse suspicion, don't look so guilty!
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'arousing' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση arousing στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «arousing».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!