amused

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/əˈmjuːzd/US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(ə myo̅o̅zd)

From the verb amuse: (⇒ conjugate)
amused is: Click the infinitive to see all available inflections
v past
v past p
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: amused, amuse

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
amused adj (entertained)που διασκεδάζει περίφρ
  που βρίσκει κτ διασκεδαστικό περίφρ
 The bizarre scene played out in front of a crowd of amused onlookers.
 Η περίεργη σκηνή εκτυλίχθηκε ενώπιον ενός πλήθους περαστικών που διασκέδαζαν.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
amuse [sb] vtr (be funny)διασκεδάζω ρ μ
 John's jokes amused the whole family.
 Τα ανέκδοτα του Τζον διασκέδασαν όλη την οικογένεια.
amuse [sb] vtr (keep entertained)διασκεδάζω ρ μ
 The puppeteer amused the children for hours.
 Ο κουκλοπαίχτης διασκέδασε τα παιδιά για ώρες.
amuse [sb] vtr (hold [sb]'s attention)είμαι διασκεδαστικός για κπ ρ έκφρ
  κρατάω το ενδιαφέρον κάποιου, κερδίζω το ενδιαφέρον κάποιου περίφρ
 The new cartoon amused the older children, but the younger ones were not interested.
 Το νέο κινούμενο σχέδιο ήταν διασκεδαστικό για τα μεγαλύτερα παιδιά, αλλά τα μικρότερα δεν ενδιαφέρονταν.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
amused | amuse
ΑγγλικάΕλληνικά
not amused adj euphemism (annoyed, angry)που δεν είναι ευχαριστημένος περίφρ
  ενοχλημένος, δυσαρεστημένος επίθ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'amused' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: was amused to [see, hear, read, learn], was amused [at, by] the idea of, am amused at his [ability to, way of], περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση amused στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «amused».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!