vinyl

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈvaɪnɪl/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈvaɪnəl/ ,USA pronunciation: respelling(vīnl)

  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
vinyl n (type of plastic) (υλικό)βινύλιο ουσ ουδ
 The floor's made of extremely hard-wearing vinyl.
 Το πάτωμα είναι φτιαγμένο από εξαιρετικά ανθεκτικό βινύλιο.
vinyl adj (made of vinyl)από βινύλιο έκφρ
 Vinyl countertops are very easy to clean.
 Οι πάγκοι από βινύλιο καθαρίζονται πολύ εύκολα.
vinyl n (chemical compound)βινύλιο, αιθενύλιο ουσ ουδ
 Vinyl is made by the removal of hydrogen from ethylene.
 Το βινύλιο παρασκευάζεται με την αφαίρεση υδρογόνου από το αιθυλένιο.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
vinyl n (medium for musical records)βινύλιο ουσ ουδ
 The album came out on vinyl in 1978.
 Το άλμπουμ κυκλοφόρησε σε βινύλιο το 1978.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'vinyl' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση vinyl στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «vinyl».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!