titivate

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈtɪtɪveɪt/US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(titə vāt′)

Inflections of 'titivate' (v): (⇒ conjugate)
titivates
v 3rd person singular
titivating
v pres p
titivated
v past
titivated
v past p
  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
titivate [sth/sb],
tittivate [sth/sb]
vtr
(prettify)περιποιούμαι ρ μ
  (επίσημο)καλλωπίζω ρ μ
  (καθομιλουμένη)σουλουπώνω ρ μ
  (μεταφορικά)φτιάχνω ρ μ
titivate,
tittivate
vi
(prettify yourself)περιποιούμαι τον εαυτό μου έκφρ
  (επίσημο)καλλωπίζομαι ρ αμ
  (καθομιλουμένη)σουλουπώνομαι ρ αμ
  (μεταφορικά)φτιάχνομαι, στολίζομαι ρ αμ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση titivate στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «titivate».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!