• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: tethered, tether

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
tethered adj (tied with a tether)δεμένος με σκοινί, δεμένος με λουρί περίφρ
  δεμένος με αλυσίδα περίφρ
  δεμένος μτχ πρκ
 A tethered horse was grazing next to the caravan.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
tether [sth] to [sth] vtr + prep (fasten, attach) (με λουρί, σκοινί κτλ.)δένω κτ σε κτ ρ μ + πρόθ
  προσδένω κτ σε κτ ρ μ + πρόθ
 You can tether your horse to that railing.
 Μπορείς να δέσεις το άλογό σου σ' αυτό το κάγκελο.
tether n often plural (rope, chain: fastening)σκοινί, λουρί ουσ ουδ
  (μεταλλική)αλυσίδα ουσ θηλ
 The dogs were eager to break free from their tethers.
 Τα σκυλιά περίμεναν πώς και πώς να τους βγάλουν τα λουριά τους.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
tether | tethered
ΑγγλικάΕλληνικά
reach the end of your rope,
be at the end of your rope,
also UK: reach the end of your tether,
be at the end of your tether
v expr
figurative, informal (be exasperated) (μεταφορικά)φτάνω στα όριά μου έκφρ
  φτάνω στο αμήν έκφρ
 I need a break from the kids; I've reached the end of my rope!
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση tethered στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «tethered».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!