tenant

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈtɛnənt/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈtɛnənt/ ,USA pronunciation: respelling(tenənt)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
tenant n (renter)ενοικιαστής, ενοικιάστρια ουσ αρσ, ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη)νοικάρης, νοικάρισσα ουσ αρσ, ουσ θηλ
  (επίσημο)μισθωτής, μισθώτρια ουσ αρσ, ουσ θηλ
 That young couple don't own the house; they're tenants.
 Το σπίτι δεν ανήκει στο νεαρό ζευγάρι· είναι ενοικιαστές.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
tenant n figurative (holder, occupant)κάτοχος ουσ αρσ/θηλ
  (χώρου διαμονής)ένοικος ουσ αρσ/θηλ
 The current tenant of this position is leaving at the end of the month, so we need to find a replacement.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
tenant farmer n ([sb] who farms land owned by someone else)ενοικιαστής κτήματος ουσ αρσ
tenant farming n (farming land owned by [sb] else)ενοικίαση κτήματος ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'tenant' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: have been a [good, terrible] tenant, the perfect tenant, looking for new tenants, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση tenant στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «tenant».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!