snot

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈsnɒt/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/snɑt/ ,USA pronunciation: respelling(snot)

  • WordReference
  • Definition
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
snot n (mucus in nose) (συχνά πληθυντικός)μύξα ουσ θηλ
 James has a terrible cold; his nose is all blocked up with snot.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
snot n pejorative (person) (μεταφορικά, προσβλητικό)σκουλήκι ουσ ουδ
  (χυδαίο, προσβλητικό)μαλάκας, παλιομαλάκας ουσ αρσ
 "You snot!" Angela exclaimed when Nigel said he was leaving.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
little snot n slang, pejorative (brat, unpleasant child) (ΗΠΑ, αργκό, προσβλητικό)μυξιάρικο, κακομαθημένο ουσ ουδ
 The little snot was stealing the other children's things.
snotty-nosed,
snot-nosed
adj
(child: runny nose)που του τρέχει η μύτη έκφρ
  (καθομιλουμένη, αποδοκιμασίας)μυξιάρικος επίθ
snotty-nosed,
snot-nosed
adj
(immature, insolent, vain)ανώριμος επίθ
  παιδιάστικος επίθ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Συμφράσεις: snot was [running, streaming, dripping] out of his nose, snot dangling from her [left] nostril, her [hand, handkerchief] was full of snot, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση snot στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «snot».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!