WordReference English-Greek Dictionary © 2025:
| Κύριες μεταφράσεις |
| road trip n | (journey in a car, bus, etc.) | ταξίδι με το αυτοκίνητο ουσ ουδ |
| | We're planning a road trip to Perth this weekend. |
| | Σχεδιάζουμε ένα ταξίδι με το αυτοκίνητο στο Περθ αυτό το Σαββατοκύριακο. |