• WordReference
  • Definition
Ο όρος 'retaliative' παραπέμπει στον όρο 'retaliatory'. Θα τον βρείτε σε μία ή περισσότερες από τις παρακάτω γραμμές.'retaliative' is cross-referenced with 'retaliatory'. It is in one or more of the lines below.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
retaliatory,
retaliative
adj
(done in revenge) (πράξη)εκδικητικός επίθ
  ως αντίποινα, για αντίποινα
  ως εκδίκηση
 The country has threatened to take retaliatory action if the sanctions continue.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση retaliative στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «retaliative».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!