• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
request [sth] vtr (ask for [sth])ζητάω, ζητώ ρ μ
  (επίσημο: με γενική)αιτούμαι ρ μ
 She requested more time to finish the report.
 Ζήτησε περισσότερο χρόνο για να τελειώσει την αναφορά.
 ΝEW: Δεν σκοπεύω να αιτηθώ νέας αναβολής.
request that vtr (ask that [sth] be done) (κάτι ή να γίνει κάτι)ζητάω, ζητώ ρ μ
  (επίσημο: με γενική)αιτούμαι ρ μ
 He requested that she finish the work by Friday.
 Της ζήτησε να τελειώσει τη δουλειά έως την Παρασκευή.
request n (solicitation)αίτημα ουσ ουδ
 The request was denied for lack of funds.
 Το αίτημα απορρίφθηκε λόγω έλλειψης κονδυλίων.
request n (written petition)αίτηση ουσ θηλ
 The request was forwarded to the company president for his signature.
 Η αίτηση προωθήθηκε για υπογραφή στον πρόεδρο της εταιρείας.
request n (computing: instruction)αίτημα ουσ ουδ
 We are unable to process your request. Try again later.
 Δεν μπορούμε να διεκπεραιώσουμε το αίτημά σας. Προσπαθήστε και πάλι αργότερα.
request n ([sth] asked for)αίτημα ουσ ουδ
  (καθομιλουμένη)αυτό που ζητάω, αυτό που ζητώ φρ ως ουσ ουδ
 What is his request? A pen and paper? Give it to him.
 Ποιο είναι το αίτημά του; Χαρτί και μολύβι; Να του τα δώσετε.
 Τι ζητάει; Χαρτί και μολύβι; Να του τα δώσετε.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
as per request,
per request
adv
(in accordance with a request)όπως ζητήθηκε έκφρ
at the request of [sb] adv (in response to [sb] asking)ύστερα από αίτημα του έκφρ
  (συνήθως έγγραφο)ύστερα από αίτηση του έκφρ
  (λόγιο, επίσημο)κατόπιν αιτήματος του έκφρ
  (λόγιο, επίσημο: συνήθως έγγραφο)κατόπιν αιτήσεως του έκφρ
 At the request of the Headteacher, the teachers attended a conference.
available on request adj (can be obtained by asking)διαθέσιμο κατόπιν αιτήματος έκφρ
  (εμπόριο)διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας έκφρ
 Further information is available on request.
by request,
on request
adv
(in response to a request)μετά από απαίτηση επίρ
Σχόλιο: επιρρηματικός προσδιορισμός
 By popular request, Susan sang an encore.
make a request v expr (ask for [sth])ζητάω, ζητώ ρ μ
  αιτούμαι ρ μ
  υποβάλλω ένα αίτημα περίφρ
 To make a request for a new website feature, click here.
on request adv (as and when asked for)κατόπιν αιτήσεως επίρ
 The pizzeria serves gluten-free options on request.
upon request adv (if and when asked for)κατόπιν αιτήσεως επίρ
 References are available upon request.
urgent request n ([sth] that requires immediate response)επείγον αίτημα επίθ + ουσ ουδ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'requesting' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση requesting στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «requesting».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!