precarious

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/prɪˈkɛəriəs/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/prɪˈkɛriəs/ ,USA pronunciation: respelling(pri kârē əs)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
precarious adj (situation: unstable)ασταθής επίθ
  αβέβαιος επίθ
 The precarious state of the stock market is making investors wary.
 Η ασταθής κατάσταση του χρηματιστηρίου κάνει τους επενδυτές προσεκτικούς.
 Η αβέβαιη κατάσταση του χρηματιστηρίου κάνει τους επενδυτές προσεκτικούς.
precarious adj (hazardous)επισφαλής επίθ
 Young animals face a precarious existence in the wild.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'precarious' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση precarious στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «precarious».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!