plight

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈplaɪt/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/plaɪt/ ,USA pronunciation: respelling(plīt)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
plight n (bad situation)δεινά ουσ ουδ πλ
  (μεταφορικά)γολγοθάς ουσ αρσ
  μαρτύριο ουσ ουδ
  (καθομιλουμένη)παλιοκατάσταση ουσ θηλ
 Harriet had run out of money and her landlord was threatening to evict her; her plight was plain for all to see.
 Η Χάριετ δεν είχε χρήματα και ο ιδιοκτήτης του σπιτιού της την απειλούσε πως θα της έκανε έξωση. Όλοι έβλεπαν τον γολγοθά που περνούσε.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Συμφράσεις: the plight of [refugees, women], the plight of the [unemployed, homeless], the plight of those [living under oppression, without legal protections], περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση plight στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «plight».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!