pessimistic

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˌpɛsɪˈmɪstɪk/US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(pes′ə mistik)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
pessimistic adj (person: negative)απαισιόδοξος, πεσιμιστής επίθ
 I don't like to be pessimistic but your chances aren't very good.
 Δε μου αρέσει να είμαι απαισιόδοξος (or: πεσιμιστής), αλλά δεν έχεις και πολλές πιθανότητες.
pessimistic adj (outlook: expecting the worst) (τοποθέτηση)απαισιόδοξος, πεσιμιστικός επίθ
 Her pessimistic attitude ensured the project was doomed to fail.
 Η απαισιόδοξη (or: πεσιμιστική) στάση της έκανε δεδομένη την καταδίκη του πρότζεκτ σε αποτυχία.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'pessimistic' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση pessimistic στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «pessimistic».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!