parson

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈpɑːrsən/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈpɑrsən/ ,USA pronunciation: respelling(pärsən)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
parson n (member of Protestant clergy) (προτεστάντης)εφημέριος, πάστορας ουσ αρσ
  παπάς ουσ αρσ
  ιερέας ουσ αρσ
 The parson reads the scripture to the congregation.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
pope's nose (US),
parson's nose (UK)
n
informal (cookery: tail of fowl) (μαγειρική: μεζές)ψητά οπίσθια πουλερικού φρ ως ουσ ουδ
tui,
parson bird
n
(NZ songbird)τουί ουσ ουδ άκλ
  (επίσημο)Prosthemadera novaeseelandiae ουσ ουδ άκλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'parson' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση parson στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «parson».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!