linkage

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈlɪŋkɪdʒ/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈlɪŋkɪdʒ/ ,USA pronunciation: respelling(lingkij)

  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
linkage n (physical: link) (κυριολεκτικά)σύνδεσμος ουσ αρσ
 The linkage between the railroad cars is faulty.
 Ο σύνδεσμος μεταξύ των βαγονιών είναι ελαττωματικός.
linkage n (connection, association) (σχέση)σύνδεση ουσ θηλ
  συσχετισμός ουσ αρσ
 What is the linkage of these crimes with gangs?
 Ποια είναι η σύνδεση αυτών των εγκλημάτων με τις συμμορίες;
linkage n (act of connecting)σύνδεση ουσ θηλ
 The linkage of the trails makes the whole path 50 miles long.
 Η σύνδεση των μονοπατιών δίνει στην όλη διαδρομή μήκος πενήντα μιλίων.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση linkage στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «linkage».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!