intensely

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ɪnˈtɛnsli/

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
intensely adv (powerfully, strongly)έντονα επίρ
  δυνατά επίρ
 This dessert tastes intensely of lemon.
intensely adv (vibrantly)έντονα επίρ
 The light glowed intensely.
intensely adv (with passion)έντονα επίρ
  παθιασμένα επίρ
 Peter speaks intensely during interviews.
intensely adv (with focus)προσηλωμένα επίρ
  συγκεντρωμένα επίρ
  αφοσιωμένα επίρ
 George worked intensely all afternoon.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'intensely' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση intensely στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «intensely».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!